προσορμίζει

προσορμίζει
προσορμίζομαι
pres ind mp 2nd sg
προσορμίζομαι
pres ind act 3rd sg
προσορμίζω
bring
pres ind mp 2nd sg
προσορμίζω
bring
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πλήκτρο — Μέρος του μηχανισμού ορισμένων μουσικών οργάνων (πιάνο, κλαβεσέν, εκκλησιαστικό όργανο κλπ.), που, με την πίεση του δαχτύλου ή του ποδιού (οπότε λέγεται ποδόπληκτρο), κινεί ένα σύνολο μηχανικών συνδυασμών, με αποτέλεσμα την εκπομπή ήχων ορισμένο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”